Στην πλακόστρωτη ανηφόρακοιτάζω τα ξεχειλωμένα μου παπούτσιαπου σηκώνονται νωχελικά, βαριά απ´ τα νυχτερινά τσιγάρα και την ακηδία.Είμαστε λίγοι στο δρόμο,κλεισμένοι σε πλαστικά αδιάβροχα,προνοώντας για την μπόρα που έρχεται .Πίσω μας ένας κουτσός.Ο Χειμώνας τον έχει ζωγραφίσει .Είναι πλατύς ο δρόμος.Μιαν Άνοιξη πρωτύτερα τον περπατούσαμεμε τα αδέσποτα μαλλιά μας,τους επιθετικούς μαστούς των κοριτσιών μας και τα σινιάλα που παίρναμε από τον ήλιο.Σ' ένα παράπλευρο στενό ο αγώνας συνεχίζεται.Τ´ αγόρια βρίζουνε και πρωταγωνιστούν.
Θα σταθείς , θα γελάσεις , δεν θα σκέφτεσαι.
Μέχρι που του μονοπόδαρου το δεκανίκι,
χτυπώντας τις πλάκες,
θα σημάνει την προφητεία.
Σαν να σκίστηκε για λίγο ο ουρανόςκαι να ξανάκλεισε. Δεν θυμάμαι. Δεν θέλω.Και τι να πω;Δεν με ένοιαζε το φάλτσο του τραγουδιού σου.Είχα ολοκληρωτικά δοθεί στα τρία δάχτυλα μουπου ψηλαφούσαν τον γυμνό σου αυχένα .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου